Απάντηση: Προσοχή!! Στη Χαλκιδική, οτιδήποτε κινείται υποβρυχίως είναι επικηρυγμένο!
Παράθεση:
Αρχικό μήνυμα απο apeiranthos
Αυτό που αντιλαμβάνομαι να συμβαίνει είναι, ότι ο όλος διαπληκτισμός
μοιάζει σαν να προσπαθούμε να βάλουμε όρια – συρματοπλέγματα - ανάμεσα
σε δυο «συντεχνίες» που μαίνονται να υπερασπίσουν τα υποτιθέμενα κεκτημένα τους.
Ο ένας στην κόντρα κι ο άλλος επίσης.
|
Γεια σου Μανόλη, δεν νομίζω ότι είναι έτσι και θα σου πω το γιατί δίνοντας σου ένα παράδειγμα.
Εδώ στην πόλη που ζω (Αμβούργο), τώρα που άνοιξε ο καιρός, το κέντρο της υπαίθριας ζωής βρίσκεται στην μεγάλη λίμνη, στο κέντρο της πόλης. Γύρω από την λίμνη (7,5 χιλιόμετρα) απλώνεται ύπαιθρος, γεμάτη δέντρα και λουλούδια, κι΄ εδώ συναντάς τους πάντες. Υπάρχουν πανκ με τα σκυλιά τους, ομυφυλόφιλες γυναίκες και άντρες περπατώντας πιασμένοι από το χέρι, yuppies, strates, και λόγω της πολιτισμικότητας που υπάρχει βλέπεις και Αφγανούς να κάνουν βόλτα με τις φέροντας μπούρκα γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Κανείς δεν πειράζει τον άλλον και περπατούν όλοι ευχαριστημένοι απολαμβάνοντας την λιακάδα, έχοντας η κάθε κοινωνική ομάδα τον δικό της κώδικα και τις δικές της αρχές. Αυτό γίνεται κάθε χρόνο από την άνοιξη μέχρι τον χειμώνα.
Πριν καμιά δεκαριά χρόνια κάποιοι άρχισαν να κόβουν τις τουλίπες στην αρχή και μετά και άλλα λουλούδια. Αρχικά δεν έδωσε κανείς σημασία, λόγω της πληθώρας των λουλουδιών, μέχρι που τα άνθη χρόνο με τον χρόνο άρχισαν να μειώνονται. Έφτασε ένα σημείο λοιπόν που αν έκοβες λουλούδι θα στην έλεγαν άγρια, ο πανκ με τον δικό του κώδικα, ο yuppie με τον δικό του και ο Αφγανός, στην χειρότερη περίπτωση, σε βαριά ορεσίβια Παστούν. Όταν το κακό παράγινε, ψηφίστηκε νόμος ο οποίος ορίζει ένα τεράστιο πρόστιμο σε αυτόν που θα συλληφθεί να κόβει τα άνθη. Από τότε τα λουλούδια πλήθυναν και πάλι. Νομίζω ότι γίνεται κατανοητό ότι τα κάθε είδους υλικά αποθέματα έχουν να κάνουν με ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο.
Μεταφερόμενοι στη Ελλάδα έχουμε κάποιες ομάδες όπως, οι αυτοδύτες, οι απνεΐστες, οι ψαροτουφεκάδες, οι ερασιτέχνες ψαράδες, οι επαγγελματίες ψαράδες, οι ψαρομπούκαλοι, οι ψαρομανάβηδες κλπ., οι οποίοι κινούνται στον ίδιο χώρο, στην Θάλασσα. Απ΄ αυτούς οι μόνοι που δεν αφαιρούν κάτι από τον βυθό είναι οι απνεΐστες και οι αυτοδύτες, όλες οι υπόλοιπες ομάδες αφαιρούν, είτε όστρακο είναι αυτό, είτε ψάρι, είτε κάτι άλλο, η πράξη της απόσπασης δηλαδή, και της αφαίρεσης ισχύει. Εδώ έχουμε επίσης το φαινόμενο ότι τα αποθέματα των ψαριών τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί επικίνδυνα και πολλά είδη ψαριών έχουν μπει στην κόκκινη λίστα σαν προστατευμένα. Παρατηρείται λοιπόν το εξής, βγαίνει ο υπεύθυνος επαγγελματίας και λέει, «παιδιά δεν έχει ψάρι, πως θα ζήσω την οικογένεια μου;», βγαίνει ο ανεύθυνος επαγγελματίας και λέει τα ίδια, αλλά ταυτόχρονα στη ζούλα θα ρίξει το μασούρι, θα χρησιμοποιήσει το δίχτυ με το μικρό μάτι, θα βγάλει παράνομο δόλωμα την εποχή που απαγορεύεται κλπ. Παράλληλα θα έρθει ο ψαρομπούκαλος και ο ελεύθερος, που πουλάει τα ψάρια, γιατί άλλωστε να μη το κάνει μια και η φύση τον προίκισε κατάλληλα για βαθιές βουτιές, θα πάρουν κι΄ αυτοί ότι είναι και θα το σπρώξουν στην αγορά είτε μέσω του τακιμιασμένου ψαρομανάβη, είτε μόνοι τους. Μετά θα έρθει ο πωρωμένος που έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με τα μεγάλα ψάρια για να τους ανοίξει «μια όμορφη τρύπα με την 7άρα του» για να βγει στην συνέχεια φωτογραφία που θα την δείχνει ανεβάζοντας τις αντρικές μετοχές του σαν κυνηγού, δοξαζόμενος από τα συγχαρητήρια του όχλου. Θα έρθει στην συνέχεια ο οστρακοαλιέας για να βγάλει το σκουλήκι, -και ενίοτε τις γυαλιστερές και τα κυδώνια-, αλλά επειδή είναι βαθιά χωμένο και τον κουράζει, θα βάλει την υδροβολή αφήνοντας κρανίου τόπο πίσω του.
Όλοι αυτοί καταστρέφουν την Θάλασσα, την βιάζουν, και το χειρότερο είναι ότι ο ένας κατηγορεί τον άλλον σαν φταίχτη. Του μιλάς ευγενικά και λογικά και σου απαντά «ναι ρε φίλε, αλλά η ζημιά που κάνω εγώ είναι μικρή, η τράτα φταίει» και η εκάστοτε τράτα. Κανείς δεν βλέπει την ευθύνη που φέρει αυτός. Από την άλλη υπάρχει το σύνδρομο του νεοέλληνα ο οποίος θέλει στο «χαϊλίκι» του να φάει το ψάρι το «αλανιάρικο» και να το «πληρώσει βρε αδερφέ, του ιχθυοτροφείου δεν λένε». Γεγονός που με την σειρά του, σε συνδυασμό με την έλλειψη, στέλνει τις τιμές των ψαριών στα ύψη, καθιστώντας το καλό και μεγάλο ψάρι αντικείμενο του πόθου και του κοινωνικού status. Ταυτόχρονα υπάρχει ένας διεφθαρμένος και δωροδοκούμενος κρατικός μηχανισμός ο οποίος εξογκώνει το πρόβλημα, σε απίστευτο βαθμό, είτε κλίνοντας τα μάτια στην παρανομία, είτε συνεργαζόμενος μαζί της. Από την άλλη έρχονται οι ψαροτουφεκάδες με το επιχείρημα ότι ο νόμος τους επιτρέπει τόσα κιλά, τόσα μαύρα, τόσα άσπρα και έχουν τα δικιά τους κι΄ αυτοί. Σε όλους αυτούς προστίθεται η μεσαία και φτωχή ανθρώπινη μάζα, της οποίας η διατροφή περιέχει ψάρι σε σταθερή βάση αιώνες τώρα. Το θέμα όμως είναι ότι δίκιο ο ένας, δίκιο ο άλλος, η θάλασσα άδειασε και τα τελευταία ψάρια που ξέμειναν, είναι οι τελευταίοι των Μοϊκανών. Τι γίνεται λοιπόν; Το θέμα είναι να δούμε ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο; Ποιος θα το κάνει, ο νομοθέτης; Πόσο χρόνο θα πάρει; Μήπως μέχρι τότε δεν έχει μείνει τίποτα πια;
Έτσι κάποιοι από μας πήραν τις αποφάσεις τους, για τον εαυτό τους, πιστεύοντας ότι κάθε αλλαγή προέρχεται αρχικά πάντα από μας τους ίδιους. Οι αποφάσεις αυτές αποτελούν ένα ηθικό πλέγμα το οποίο αρθρώνεται μέσα από έναν κοινωνικό και φραστικό κώδικα. Το πρόβλημα λοιπόν που δημιουργήθηκε δεν είναι τα όρια και τα συρματοπλέγματα ανάμεσα σε δυο συντεχνίες, όπως αναφέρεις Μανόλη, αλλά η διαφορά στην ουσία. Εγώ προσωπικά, και δεν είναι θέμα εριστικής προκατάληψης, θεωρώ ότι δεν υπάρχει τίποτα κοινό ανάμεσα στους αυτοδύτες, απνεΐτες και υπεύθυνους και νομοταγείς επαγγελματίες παράκτιους ψαράδες από την μια, και όλους τους υπόλοιπους από την άλλη. Ναι είναι σωστό ότι το ψαροτούφεκο είναι μια νόμιμη δραστηριότητα και σέβομαι τον νόμο, αλλά η άποψη μου είναι ότι κάνει κακό και θα προσπαθήσω όσο περνά νόμιμα από το χέρι μου να συμβάλω ώστε να χαρακτηριστεί παράνομο. Ταυτόχρονα όμως η διαφορετική θεώρηση των πραγμάτων παραμένει. Ναι θεωρώ ότι δεν έχουμε τίποτα κοινό με τους ψαροτουφεκάδες, πέρα από τα προφανή κοινά που έχουν όλοι όσοι ασχολούνται με την θάλασσα, από τους χειμερινούς κολυμβητές μέχρι αυτούς που ψαρεύουν σπάρους από την ακτή, την αγαπάμε όλοι. Δεν είναι πόλεμος χαρακωμάτων, είναι μια θέση ουσίας στη ζωή. Δεν είναι μόδα, είναι κοινωνικός τρόπος αντιμετώπισης από την μια, και συνειδητής προσέγγισης στη φύση από την άλλη. Δηλαδή τι να συζητήσει κανείς με κάποιον του οποίου οι θέσεις είναι de facto αντίθετες από τις δικές σου; Θα πείσουμε τους ψαροτουφεκάδες εμείς να παρατήσουν το τουφέκι και να πάρουν τις κάμερες ή θα πείσουν αυτοί εμάς να παρατήσουμε τους ρυθμιστές και να πιάσουμε τα όπλα; Ή να το παίξουμε πότε Βούδας, πότε Κούδας, πότε Ιησούς κι΄ Ιούδας; Την μια τουφέκι την άλλη ρυθμιστής;
Εντάξει δεν περιμένω απάντηση, είναι ρητορικές ερωτήσεις.
Τώρα όσο αφορά εμένα, γιατί όπως είδα «φίλο μας» με ανεβάζουν «φίλο μας» με κατεβάζουν. Ίσως «η σύμβαση τους διαισθάνθηκε σ΄ αυτόν μιαν άλλη απειλή».
Μανόλη,
είμαι 51 ετών και προέρχομαι από ναυτική οικογένεια με παππού και θείους σφουγγαράδες και οστρακοαλιείς. Πέρασα πολύ χρόνο στη Θάλασσα και με το τουφέκι στο χέρι, και με το παραγάδι, και με τον ναργιλέ. Είδα από πολύ νωρίς όμορφες υποβρύχιες εικόνες, που τότε δεν ήξερα να εκτιμήσω. Είδα τον αλόγιστο βιασμό της Θάλασσας σε πολλές μορφές. Να βγάζουν τους αστακούς σε ποσότητες, να κρατάνε τις ουρές, πετώντας το υπόλοιπο, να τις βελονιάζουν και να κρεμάνε τις αρμαθιές για να τις κάνουν λιαστές. Είδα την αλόγιστη σφαγή των ροφών, όλα στη φτήνια, χωρίς κανένα μέτρο. Είδα όλη την εκμετάλλευση του βυθού, λες και ήταν η τελευταία ημέρα της ζωής και την επομένη δεν θα υπήρχε κόσμος.
Έκανα το πρώτο μου επίσημο καταδυτικό σχολείο το 76 και αμέσως μετά από αυτό πήγα στην Ερυθρά που τότε δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα. Από εκείνη την εποχή ξεκίνησα τα καταδυτικά μου ταξίδια ανά τον κόσμο. Κάθε φορά που ερχόμουν στην Ελλάδα το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στους ελληνικούς βυθούς και ανάμεσα σ΄ αυτούς που έβλεπα (όχι μόνο τροπικούς) όλο και μεγάλωνε. Τώρα πλέων δεν υπάρχει τίποτα, μόνο κρανίου τόπος. Μια σκιά να θυμίζει αυτό που έβλεπα στις δεκαετίες του 60 και του 70. Η μόνη ανάσα, τα βαθιά ναυάγια και οι μεσοπέλαγες ξέρες, και αυτά θέλω να μείνουν και προσπαθώ γι΄ αυτό.
Ίσως παραξενεύτηκες για την άμεση και δυναμική αντίδραση μου σε κάποια ποστ εδώ μέσα, θέλω να σε πληροφορήσω ότι αυτό έχει να κάνει με ιδιαίτερες ευαισθησίες δικές μου. Θα πρέπει να τονίσω όμως ότι το αρχικό μου ποστ ήταν μόνο το εξής σχόλιο, «Αν δεν μασήσεις καλά τον Σοπενχάουερ φέρνει πνευματική δυσκοιλιότητα, ενίοτε και φόνο.......».
Είμαι ιστορικός μουσικολόγος και συμμετείχα για δυο χρόνια σε μια πανεπιστημιακή έρευνα η οποία είχε σαν ερευνητικό στόχο τις ορχήστρες των Εβραίων στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, από το 1936 μέχρι το τέλος του πολέμου. Η ενασχόληση με την έρευνα αυτή, μου κληροδότησε έναν μεγάλο σεβασμό για την ζωή και μια φοβερή απέχθεια για τον αναίτιο φόνο. Όταν λοιπόν διαβάζω έναν ύμνο στον φόνο, πακεταρισμένο σε κακής ποιότητας λογοτεχνία, η οποία εμπεριέχει άσχημα διατυπωμένα «αυγά του φιδιού», είναι σίγουρο ότι θα αντιδράσω, όπως αντιδρώ σε κάθε αναίτιο φόνο. Ίσως αυτό που θα μπορούσε να σου φανεί υπερβολικό είναι η αναφορά μου στο Seppuko. Το τελευταίο αυτό δεν είναι φόνος όμως, είναι σύμφωνα με το, σίγουρα μιλιταριστικό, Μπουσίντο, ο κώδικας του ανώτατου άσπιλου επιπέδου της καθαρής συνείδησης. Το non plus ultra της υπευθυνότητας και του ελέγχου επάνω στην σάρκα. Ο πράτων δείχνει την καθαρότητα του «χάρα» του. Το ότι πεθαίνει, είναι δευτερεύων. Ποιοτικά πολύ μακριά, από το να καρφώσεις μια 7άρα σε ένα όμορφο πλάσμα του οποίου το μόνο λάθος είναι ότι δεν γεννήθηκε άνθρωπος.
Όλα αυτά στα έγραψα για να σου παραθέσω δημόσιο στίγμα και να σου δείξω ότι είμαι ανοιχτός στον διάλογο. Όχι όμως στον διάλογο του είδους «δεν ξέρεις την έννοια της εντροπίας και είμαστε πάτσι», γιατί η εντροπία (βλ. von Neumann entropy, βλ. entropy and life, βλ. entropy and sociological definitions), όπως όλες οι μεγάλες πύλες της σκέψης, δεν είναι μόνο θερμοδυναμικό φαινόμενο.
Σε χαιρετώ και σε ευχαριστώ που συμπεριέλαβες το όνομα μου για την παράθεση της βιβλιογραφίας σε σχέση με τις αρχαίες ελληνικές επιτάφιες επιγραφές και το ποίημα Πόρφυρας του Διονύσιου Σολωμού, στο κείμενο σου. Αυτό δείχνει ακέραιο χαρακτήρα.
DG
Υ.Γ.
Για όσους είχαν πρόβλημα με την γλώσσα που συνήθως χρησιμοποιώ για να εκφραστώ, ελπίζω σήμερα να τα πήγα καλύτερα.
Θα ήθελα να συμπληρώσω ότι αυτό ήταν το τελευταίο μου ποστ σ΄ αυτό το thread, γιατί θεωρώ ότι χρωστούσα στον Μανόλη και σε κάποιους άλλους εδώ μέσα, μια απάντηση.
Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Dimitris Galon : 04-04-09 στις 19:02.
|