Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #29  
Παλιά 13-04-08, 18:28
Το avatar του χρήστη Physalia
Physalia Physalia is offline
Μέλος του Συλλόγου ΤΗΘΥΣ
 
Εγγραφή: 29-01-2007
Περιοχή: Αθήνα
Μηνύματα: 5.525
Απάντηση: Άρθρο του Έψιλον 'ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ"

Αυτό το ψύχραιμο και αληθινό άρθρο του Σωτήρη Ορφανίδη, νομίζω ότι ταιριάζει γάντι σε αυτό το θέμα.


Παράθεση:
Ο μαγικός βυθός του Αιγαίου... και το φύκος που δεν τον απειλεί, του Σ. Ορφανίδη

Γιατί είναι αβάσιμοι οι φόβοι περί οικολογικής καταστροφής από έναν τροπικό «φονιά» του βυθού

Η ανακοίνωση περί επικείμενης οικολογικής καταστροφής στο Αιγαίο ανησύχησε την κοινή γνώμη. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου, ένα «φονικό» φύκος, ίδιο με αυτό που κατακλύζει τα παράλια του Μονακό και της Γαλλίας εμποδίζοντας την ανάπτυξη άλλων ειδών και κατά συνέπεια περιορίζοντας τη βιοποικιλότητα, είχε αρχίσει την επέλασή του στις ελληνικές θάλασσες. Αλλά η Καουλέρπα ρακεμόζα των ελληνικών θαλασσών έχει φυσιολογικές διαφορές και διαφορετική προέλευση από την Καουλέρπα ταξιφόλια που μαστίζει τα γαλλικά παράλια και για τον λόγο αυτό δεν είναι τοξική.

ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ Θάλασσα παρατηρείται σήμερα η εξάπλωση δύο κατά κύριο λόγο τροπικών μακροφυκών (φύκια ευδιάκριτα με γυμνό μάτι) που ανήκουν στο γένος Καουλέρπα * την Καουλέρπα ταξιφόλια και την Καουλέρπα ρακεμόζα. Η παρουσία και η εξάπλωση αυτών των ειδών στη Μεσόγειο Θάλασσα οφείλεται σε εντελώς διαφορετικές αιτίες και γι' αυτό θα πρέπει από την αρχή να τα ξεχωρίσουμε ως δύο εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις. Πρέπει δε να αναφερθεί ότι στην περιοχή της Μεσογείου υπάρχει και άλλο είδος του γένους Καουλέρπα, για το οποίο ως σήμερα δεν έχει γίνει καμία δημόσια αναφορά γιατί αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της υπάρχουσας Μεσογειακής χλωρίδας.
Το σημαντικό πρόβλημα που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια στη Μεσόγειο Θάλασσα προέρχεται αποκλειστικά και μόνον από το είδος Καουλέρπα ταξιφόλια. Πρόκειται για ένα τροπικό είδος που πρωτοεμφανίστηκε το 1984 στις ακτές της Νοτίου Γαλλίας και ειδικότερα σε μια ακτή κοντά στο Ωκεανογραφικό Μουσείο του Μονακό. Σύμφωνα με γάλλους συναδέλφους, το είδος που βρέθηκε στη θάλασσα προέρχεται από τα ενυδρεία του μουσείου, όπου και καλλιεργείται εδώ και πολλά χρόνια με σκοπό και μόνο την επίδειξή του στο κοινό. Ετσι το είδος ταξιφόλια το οποίο αναπτύχθηκε στη θάλασσα της Γαλλίας διαφέρει από το φυσικό είδος ταξιφόλια που αναπτύσσεται στις τροπικές περιοχές καθώς μεταλλάχθηκε από την πολύχρονη καλλιέργειά του στα ενυδρεία του μουσείου.
Το μεταλλαγμένο αυτό φύκος έχει τη δυνατότητα να αντέχει στις χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούν τον χειμώνα στη θάλασσα της Μεσογείου και επιπλέον με τη βοήθεια βακτηρίων να εκμεταλλεύεται τις λιγοστές ποσότητες θρεπτικών αλάτων που υπάρχουν κατά γενικό κανόνα στην περιοχή. Επίσης το είδος αυτό έχει τη δυνατότητα να παράγει βιοενεργές ουσίες (τοξίνες) τις οποίες χρησιμοποιεί ως αμυντικό μηχανισμό εναντίον των υπόλοιπων θαλάσσιων οργανισμών. Ετσι έχει τη δυνατότητα να ανταγωνίζεται με επιτυχία την ενδημική χλωρίδα και κατά κύριο λόγο το ενδημικό και χαρακτηριστικό είδος των Μεσογειακών ακτών, την Ποσειδώνια.
Σήμερα το είδος αυτό εξαπλώνεται σε πολλές περιοχές της Δυτικής και Κεντρικής Μεσογείου σε βάθη 0-30 μ., ενώ έχει βρεθεί και σε βάθη ως 87 μ. Στις ελληνικές ακτές το είδος αυτό δεν έχει βρεθεί ως σήμερα. Η ραγδαία και σε μεγάλη έκταση εξάπλωσή του στη Μεσόγειο προβλέπεται, σύμφωνα τουλάχιστον με τις χειρότερες προβλέψεις, να έχει δυσμενείς επιπτώσεις σε όλο το θαλάσσιο οικοσύστημα γιατί ως φωτοσυνθετικός οργανισμός που βρίσκεται στη βάση του τροφικού πλέγματος θα επηρεάσει και πολλούς άλλους ζωικούς οργανισμούς που εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από αυτό. Οι τελευταίες εκτιμήσεις ωστόσο προβλέπουν τη σταδιακή εξασθένηση του φαινομένου.
Σε ό,τι αφορά την Καουλέρπα ρακεμόζα, η οποία έχει αποικήσει τις ελληνικές ακτές τις τελευταίες δεκαετίες (το είδος αυτό το προσδιόρισα στις ακτές της Ρόδου το 1990 και στις ακτές της Χίου το 1996), η ιστορία είναι εντελώς διαφορετική. Το είδος αυτό είναι ένα από τα 200 περίπου είδη φυτικών και ζωικών οργανισμών που εισήλθαν στη Μεσόγειο Θάλασσα από τον Ινδικό - Ειρηνικό Ωκεανό διά μέσου της Διώρυγας του Σουέζ. Τα είδη αυτά πήραν το όνομα του κατασκευαστή της Διώρυγας του Σουέζ και ονομάζονται Λεσεπσιανοί Μετανάστες. Σύμφωνα με πληροφορίες, η πρώτη μετακίνηση ειδών του Ινδικού - Ειρηνικού Ωκεανού στη Μεσόγειο αρχίζει από την εποχή των αρχαίων Αιγυπτίων και συνεχίζεται κατά τους χρόνους της ρωμαϊκής - αραβικής αυτοκρατορίας διά μέσου μικρών καναλιών που υπήρχαν στη Χερσόνησο του Σουέζ.
Ωστόσο η μαζική μετανάστευση οργανισμών στη Μεσόγειο πραγματοποιήθηκε μετά το άνοιγμα του καναλιού το 1869 και ειδικότερα μετά το 1924, όταν οι αλατότητες του νερού στη Διώρυγα του Σουέζ μειώθηκαν περίπου στο 41%, όπου είναι και σήμερα. Πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι η εξάπλωση των Λεσεπσιανών Μεταναστών στην Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο περιοριζόταν σημαντικά από το υδάτινο φράγμα που δημιουργούσαν τα χαμηλής αλατότητας νερά του ποταμού Νείλου στις ακτές της Αιγύπτου. Το εμπόδιο αυτό ωστόσο μειώθηκε σημαντικά με τη μείωση της παροχής του ποταμού στη Μεσόγειο μετά τη δημιουργία του Φράγματος του Ασουάν το 1966. Σήμερα η εξάπλωση των Λεσεπσιανών Μεταναστών και έτσι και της Καουλέρπα ρακεμόζα στη Μεσόγειο αντιμετωπίζεται από πολλούς επιστήμονες ως ένα φυσικό φαινόμενο του οποίου όμως η ένταση μάλλον επιτείνεται από την αύξηση της θερμοκρασίας του νερού εξαιτίας του φαινομένου του θερμοκηπίου και της αυξανόμενης ρύπανσης των υδάτων.
Πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι η Μεσόγειος Θάλασσα ήταν πριν από 20 περίπου εκατομμύρια χρόνια μια τροπική θάλασσα στην οποία ζούσαν μεταξύ των άλλων τροπικών οργανισμών και κοραλλιογενείς ύφαλοι, που σήμερα συναντώνται μόνο στις τροπικές περιοχές. Αυτή η τροπική πανίδα και χλωρίδα εξαφανίστηκε από τη Μεσόγειο όταν αποξηράνθηκε πριν από έξι περίπου εκατομμύρια χρόνια και δεν επανήλθε ξανά μετά την αναπλήρωση της Μεσογείου με νερό από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Φαίνεται λοιπόν ότι, παρ' όλες τις διαφορετικές απόψεις, «η Ιστορία επαναλαμβάνεται» και με αυτόν τον τρόπο η Μεσόγειος «ξαναβρίσκει ένα κομμάτι από τον χαμένο της εαυτό». Με άλλα λόγια, η εξάπλωση της Καουλέρπα ρακεμόζα δεν αποτελεί κίνδυνο για τις ελληνικές και Μεσογειακές ακτές, αλλά ένα δείγμα της δυναμικότητας και ρευστότητας των φυσικών οικοσυστημάτων τα οποία αναζητούν συνεχώς νέες ισορροπίες. Τελειώνοντας αναφέρουμε ότι πρόκειται για ένα εδώδιμο είδος στις ακτές του Ειρηνικού Ωκεανού.


Ο δρ Σ. Ορφανίδης είναι θαλάσσιος βιολόγος, αναπληρωτής ερευνητής του Ινστιτούτου Αλιευτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ).
πηγή : Το ΒΗΜΑ
Περισσότερες πληροφορίες για το συγγραφέα με μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο αλλά και στο www.sciencedirect.com
__________________
The fish doesn't think because the fish knows everything
Απάντηση με παράθεση