Απάντηση: Επίκαιρο παραμυθάκι
Γειά σου βρε Ηλία 
Ωραίο το θέμα με τα παραμύθια που άνοιξες...
ήθελα να σου γράψω κι εγώ ένα αλλά δεν είχα χρόνο αυτές τις μέρες,
Από μια αγαπημένη μου συλλογή της Παυλίνας Παμπούδη:
"15 1/2 κάπως περίεργα παραμύθια"

Εκδόσεις Πατάκη
(υπήρχε νομίζω παλιοτερα κι από εκδόσεις Κέδρος,
αλλά εξαντλήθηκε και δεν ξαναβγήκε)
να λοιπόν, ένα χαρακτηριστικό παραμύθι απ' αυτό το βιβλίο:
Παράθεση:
Ο Βασιλιάς, το φίδι και το ποντίκι
Μια φορά, ήταν ένας Βασιλιάς που κυβερνούσε σοφά και δίκαια, ολομόναχος, τον εαυτό του. Το παλάτι του βρισκόταν σ’ ένα τελείως άγνωστο μέρος, όπου δεν πλησίαζε κανένας. Τα μόνα ζωντανά πλάσματα στην περιοχή ήταν ένα φίδι και ένα ποντίκι. Και τα δυο τους είχαν μια θλιβερή ιστορία: Το φίδι, ήταν κάποτε ένα ποντικάκι, αλλά κάποιος κακός μάγος το καταράστηκε να γίνει φίδι. Το ποντίκι πάλι, κάποτε ήταν ένα όμορφο φιδάκι, αλλά μια κακή μάγισσα το καταράστηκε να γίνει ποντίκι. Έτσι έφυγαν και τα δυο μακριά απ’ τις χώρες τους και κατέφυγαν σ’ αυτό το τελείως άγνωστο μέρος για να κρύψουν την ντροπή για την κατάντια τους, κι εκεί συναντήθηκαν κι έγιναν φίλοι.
Ο Βασιλιάς όμως δεν τα είχε συναντήσει ποτέ, γιατί ήταν πολυάσχολος και δεν του έμενε καθόλου καιρός για γνωριμίες.
Κάθε πρωί ξυπνούσε, φορούσε στα γρήγορα μια στολή Σαλπιγκτή, ανέβαινε τρέχοντας στον ψηλότερο πυργίσκο του παλατιού του και σάλπιζε εγερτήριο.
Αμέσως μετά κατέβαινε τρέχοντας, φορούσε στα γρήγορα μια στολή Αρχιθαλαμηπόλου, έβγαινε απ’ το δωμάτιό του, χτυπούσε με ευγένεια και ξανάμπαινε μέσα.
Χωρίς να χάνει καιρό, φορούσε στα γρήγορα τα βασιλικά του ρούχα, και κατέβαινε με αργό, επιβλητικό βήμα στην τραπεζαρία.
Εκεί φορούσε στα γρήγορα μια στολή Αρχιμάγειρα, κι ετοίμαζε ένα γερό πρόγευμα: Γάλα, καφέ, πορτοκαλάδα, φρυγανιές με βούτυρο και μαρμελάδα, κι αυγά με μπέικον.
Μετά, φορούσε στα γρήγορα μια στολή Αρχισερβιτόρου και σερβίριζε με σεβασμό το πρόγευμα στο μεγάλο τραπέζι.
Αμέσως μετά, φορούσε πάλι γρήγορα τα βασιλικά του ρούχα, κι έτρωγε με την ησυχία του.
Σε μια ώρα περίπου, φορούσε στα γρήγορα μια στολή Αρχιλαντζέρη, μάζευε κι έπλενε τα σερβίτσια, και συγύριζε την κουζίνα και την τραπεζαρία.
Μετά, κατέβαινε τρέχοντας στο παρεκκλήσι του παλατιού, φορούσε στα γρήγορα τα άμφια του Αρχιερέα, και τελούσε την πρωινή δοξολογία. Όταν τέλειωνε κι αυτό, ξαναγδυνόταν και ξαναντυνόταν, και πήγαινε τρέχοντας στους στρατώνες για επιθεώρηση.
Εκεί φορούσε γρήγορα γρήγορα τη μεγάλη στρατιωτική του στολή, κι έκανε μια μεγαλοπρεπή παρέλαση.
Αργότερα, κλεινόταν στη βιβλιοθήκη, κι έφτιαχνε νόμους.
Τα βράδια, διοργάνωνε δεξιώσεις, στις οποίες μεταμφιεζόταν κατά σειρά σε Βασίλισσα, σε Κόμη, σε Κόμισσα, σε Πρέσβυ, σε Πρέσβειρα, σε Αρχηγό της αστυνομίας, σε Εθνικό Ποιητή, σε Πρωθυπουργό, σε Διεθνούς φήμης Συνθέτη, και σε πολυάριθμους σερβιτόρους. Πάντα οι δεξιώσεις αυτές είχαν μεγάλη επιτυχία.
Τις Κυριακές, ο Βασιλιάς μεταμφιεζόταν σε Δικαστή, σε κλέφτη, σε απατεώνα, σε δολοφόνο, σε δεσμοφύλακα και σε δήμιο κι έτσι λειτουργούσε και το Δικαστήριο.
Μια Κυριακή απ’ αυτές τις Κυριακές, το φίδι και το ποντίκι βρέθηκαν κατά λάθος στην αίθουσα του Δικαστηρίου. Μόλις τα είδε ο Βασιλιάς, που εκείνη τη στιγμή φορούσε την τήβεννο του Δικαστή, έκανε μεγάλες χαρές:
«Καλώς ήρθατε, καλώς ήρθατε! Ελάτε γρήγορα να σας δικάσω!»
«Μα, δεν κάναμε τίποτα…» είπε το φίδι.
«Ε, και;» είπε ο Βασιλιάς. «Δεν χρειάζεται να ‘χετε κάνει τίποτα! Έτσι συνηθίζεται σ’ όλα τα βασίλεια του κόσμου! Όνομα, ηλικία, επάγγελμα, διεύθυνση; Ορκίζεστε να πείτε την αλήθεια και μόνο την αλήθεια;»
«Καλέ, αυτός είναι θεόμουρλος!» είπε το ποντίκι.
Ο Βασιλιάς, χωρίς να του δώσει σημασία, προχώρησε στην αγόρευση:
«Κατηγορείσθε… χμ… κατηγορείσθε ότι χμ… παραχαράξατε το εθνικό νόμισμα με αποτέλεσμα χμ… να δημιουργηθεί πληθωρισμός και χμ… να καταστραφούν οικογένειες…»
«Τι σάχλες είναι αυτές;» είπε το φίδι.
«Πάμε να φύγουμε!» είπε το ποντίκι.
«Σας καταδικάζω σε πρόστιμο, σε φυλάκιση, σε βασανιστήρια, σε αποκεφαλισμό!» φώναξε ο Βασιλιάς προσπαθώντας να τους κεντρίσει το ενδιαφέρον, αυτοί όμως ήταν αποφασισμένοι να φύγουν.
«Αν θέλεις μπαρμπούλη, έλα και συ μαζί μας, να κάνεις μια βόλτα να καθαρίσει το μυαλό σου!» πρότεινε ευγενικά το φίδι καθώς γλιστρούσε έξω από την πόρτα.
«Πως τολμάτε, εσείς ταπεινοί υπήκοοι, να αγνοείτε τη θέλησή Μου, κι επιπλέον να Μου απευθύνετε το λόγο με τόση ασέβεια; Ξεχνάτε πως είμαι Βασιλιάς;» φώναξε έξαλλος ο Βασιλιάς.
Το ποντίκι κοντοστάθηκε στην πόρτα.
«Τι είναι ‘βασιλιάς’;» ρώτησε με αφέλεια.
«Νομίζω πως είναι ένα παλιό ξόρκι, που έχει χάσει σήμερα τη μαγική του δύναμη…», απάντησε το φίδι, που λίγο πολύ, ήξερε από μαγικά.
Ο Βασιλιάς άκουσε αυτή την απάντηση, κι από την έκπληξή του μαρμάρωσε!
Από τη μέρα εκείνη, άρχισαν να συμβαίνουν παρόμοια επεισόδια σε πολλούς άλλους άγνωστους και γνωστούς τόπους.
Γι αυτό, πιθανόν, υπάρχει σήμερα τέτοιο πλήθος μαρμάρινων αγαλμάτων και προτομών.
|
Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη fivos : 21-05-10 στις 14:53.
|